χασμούρημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χασμούρημα < χασμουριέμαι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χασμούρημα ουδέτερο
- η ενέργεια του ρήματος χασμουριέμαι
- Μια θεωρία για την ερμηνεία του ανακλαστικού του χασμουρήματος είναι ότι δροσίζει τον εγκέφαλο
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- χασμουρητό όταν επαναλαμβάνεται το χασμούρημα