χημειόταξη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χημειόταξη οι χημειοτάξεις
      γενική της χημειόταξης των χημειοτάξεων
    αιτιατική τη χημειόταξη τις χημειοτάξεις
     κλητική χημειόταξη χημειοτάξεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χημειόταξη < χημειό- + τάξη • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χημειόταξη θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]