ψευδοκράτος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ψευδοκράτος τα ψευδοκράτη
      γενική του ψευδοκράτους των ψευδοκρατών
    αιτιατική το ψευδοκράτος τα ψευδοκράτη
     κλητική ψευδοκράτος ψευδοκράτη
Κατηγορία όπως «δάσος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ψευδοκράτος < ψευδο- + κράτος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pse.vðoˈkɾa.tos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ψευ‐δο‐κρά‐τος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ψευδοκράτος ουδέτερο

  • απαξιωτικός χαρακτηρισμός για πολιτική οντότητα που αυτοπροσδιορίζεται ως κράτος αλλά δεν είναι διεθνώς αναγνωρισμένη
    το ψευδοκράτος της Βόρειας Κύπρου

Μεταφράσεις[επεξεργασία]