ψυχιατρείο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ψυχιατρείο τα ψυχιατρεία
      γενική του ψυχιατρείου των ψυχιατρείων
    αιτιατική το ψυχιατρείο τα ψυχιατρεία
     κλητική ψυχιατρείο ψυχιατρεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ψυχιατρείο < ψυχίατρος + -είον

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ψυχιατρείο ουδέτερο

  • χώρος όπου αντιμετωπίζονται σοβαρές ψυχικές βλάβες

Μεταφράσεις[επεξεργασία]