ωριόπλουμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ωριόπλουμος, -η, -ο και ωραιόπλουμος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ωριόπλουμος
|
ωριόπλουμος, -η, -ο και ωραιόπλουμος
|