ПДВ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ουκρανικά (uk)[επεξεργασία]
Συντομομορφή[επεξεργασία]
ПДВ (uk) (податок на додану вартість) αρσενικό άκλιτο αρκτικόλεξο
- ΦΠΑ, Φόρος Προστιθέμενης Αξίας
ПДВ (uk) (податок на додану вартість) αρσενικό άκλιτο αρκτικόλεξο