électrodynamomètre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

électrodynamomètre < électrodynamique + -mètre < (σημασιολογικό δάνειο) γερμανική Electrodynamometer

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.lɛk.tʁɔ.di.na.mɔ.mɛtʁ/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
électrodynamomètre électrodynamomètres

électrodynamomètre (fr) αρσενικό