œuvre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
œuvre œuvres

œuvre (fr)

  1. η εργασία, η δουλειά
  2. το έργο κάποιου

Σύνθετα[επεξεργασία]