Αβλαστημίδου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αβλαστημίδου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Αβλαστημίδης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αβλαστημίδου θηλυκό άκλιτο
Αβλαστημίδου θηλυκό άκλιτο