ΕΕΛ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ΕΕΛ < : Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών
Συντομομορφή
[επεξεργασία]Ε.Ε.Λ. θηλυκό άκλιτο αρκτικόλεξο
Ε.Ε.Λ. θηλυκό άκλιτο αρκτικόλεξο