Εγγλέζες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Εγγλέζες θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του Εγγλέζα
Δείτε επίσης : εγγλέζες |
Εγγλέζες θηλυκό