Ερμές
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Ερμές | ||
γενική | των | Ερμών | ||
αιτιατική | τις | Ερμές | ||
κλητική | Ερμές | |||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Ερμές < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Ἑρμαῖ (αρσενικό, πληθυντικός του Ἑρμῆς). Η τροπή σε θηλυκό, όπως αν εννοείται θηλυκό ουσιαστικό (στήλη, ερμαϊκές στήλες) (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Ερμές θηλυκό στον πληθυντικό
- μικρές στήλες που είχαν την κορυφή τους προτομή του Ερμή (αργότερα και άλλων θεοτήτων) και που τις τοποθετούσαν στην αρχαιότητα σαν οδοδείκτες ή για γούρι στα εμπορικά καταστήματα ή σαν τάματα στους ναούς και μπροστά σε σπίτια και όπου συχνά αναγράφονταν διάφορες παροιμίες ή άλλες φράσεις
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- ερμές
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Ερμές στη Βικιπαίδεια
- για τα γραμματόσημα, (Χρειάζεται επεξεργασία)
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- Ερμές < (φωνητική απόδοση) γαλλική Hermès< από το επίθετο του ιδρυτή της, Thierry Hermès (1801-1878)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ερμές άκλιτο (θηλυκό: εννοείται η λέξη εταιρεία, μάρκα)
- επωνυμία εταιρείας ειδών πολυτελείας από δέρμα, μετάξι, κασμίρι
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Hermès στη Βικιπαίδεια
Κατηγορίες:
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Σελίδες για τεκμηρίωση
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Φωνητικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις από ανθρωπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Επωνυμίες (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)