Κονθύλη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Κονθύλη
      γενική της Κονθύλης
    αιτιατική την Κονθύλη
     κλητική Κονθύλη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Κονθύλη < αρχαία ελληνική Κονθύλη

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /konˈθi.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κον‐θύ‐λη

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Κονθύλη θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Κονθύλη
      γενική τῆς Κονθύλης
      δοτική τῇ Κονθύλ
    αιτιατική τὴν Κονθύλην
     κλητική ! Κονθύλη
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'δίκη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Κονθύλη < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Κονθύλη θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]