Λαοκόων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Λαοκόων < αρχαία ελληνική Λαοκόων
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /la.oˈko.on/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Λα‐ο‐κό‐ων
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Λαοκόων γενική: Λαοκόωντα (κλιτικοί τύποι από την αρχαία κλίση στο Λαοκόων)
- (λόγιο) λόγια μορφή του Λαοκόωντας
- ανδρικό όνομα
- (ελληνική μυθολογία) ιερέας της Τροίας που πρόβλεψε τον κίνδυνο από τον Δούρειο Ίππο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Λαοκόων στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Λαοκόων
|
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Λαοκόων < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Λαοκόων αρσενικό
Πηγές[επεξεργασία]
- Λαοκόων - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (αρχαία ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες - ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)