Λιάκουρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Λιάκουρα | ||
γενική | της | Λιάκουρας | ||
αιτιατική | τη | Λιάκουρα | ||
κλητική | Λιάκουρα | |||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Λιάκουρα < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈʎa.ku.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Λιά‐κου‐ρα
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Λιάκουρα θηλυκό
- κορυφή βουνού της Ελλάδας, το ψηλότερο σημείο του Παρνασσού
- ※ Η Λιάκουρα είναι σκεπασμένη με χιόνι το μεγαλύτερο διάστημα του έτους και συνήθως από τον Οκτώβριο μέχρι τα τέλη Μαΐου.
- Λιάκουρα 2457μ. - Η κορυφή του Παρνασσού, onparnassos.gr
- ※ Η Λιάκουρα είναι σκεπασμένη με χιόνι το μεγαλύτερο διάστημα του έτους και συνήθως από τον Οκτώβριο μέχρι τα τέλη Μαΐου.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Κορυφές βουνών της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Κορυφές βουνών (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)