ΜΕΘ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ΜΕΘ < Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική ICU
Συντομομορφή[επεξεργασία]
ΜΕΘ θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- ΜΕΘ στη Βικιπαίδεια
- ΜΑΦ