Μαρμάρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Μαρμάρι τα Μαρμάρια
      γενική του Μαρμαρίου των Μαρμαρίων
    αιτιατική το Μαρμάρι τα Μαρμάρια
     κλητική Μαρμάρι Μαρμάρια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /maɾˈma.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μαρ‐μά‐ρι

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
Μαρμάρι < ελληνιστική κοινή Μαρμάριον < μάρμαρος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μαρμάρι ουδέτερο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
Μαρμάρι < μάρμαρο• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μαρμάρι ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]