ΟΓΑ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ΟΓΑ < : Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων
Συντομομορφή[επεξεργασία]
Ο.Γ.Α. αρσενικό άκλιτο ακρωνύμιο
- Δημόσιος οργανισμός που ασφαλίζει και συνταξιοδοτεί τους αγρότες.