ΟΠΕΚΕΠΕ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /o.pe.ceˈpe/
Συντομομορφή
[επεξεργασία]Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. αρσενικό ακρωνύμιο
- ελληνικός δημόσιος φορέας για τον έλεγχο και τη διαχείριση των ευρωπαϊκών πιστώσεων προς τη γεωργία
- ※ Σχεδόν 700 εκατ. ευρώ, τα οποία αφορούν στο 70% της βασικής ενίσχυσης, θα πιστωθούν σήμερα στους λογαριασμούς περίπου 540.000 αγροτών, σύμφωνα με ανακοίνωση του ΟΠΕΚΕΠΕ. (ΟΠΕΚΕΠΕ: Πιστώνεται το 70% της βασικής ενίσχυσης σε 540.000 αγρότες, 21 Οκτωβρίου 2020, skai.gr)