ΠΕ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ΠΕ < Πειθαρχική Επιτροπή
- ΠΕ < Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση
- ΠΕ < Περιφερειακή Ενότητα
Συντομομορφή[επεξεργασία]
ΠΕ θηλυκό άκλιτο αρκτικόλεξο
- συντομογραφία του Πειθαρχική Επιτροπή: επιτροπή που επιλαμβάνεται πειθαρχικών ζητημάτων σε οργανισμό ή υπηρεσία
- συντομογραφία του Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση: το πρώτο στάδιο της εκπαίδευσης των μαθητών
- συντομογραφία του Περιφερειακή Ενότητα