Πάκης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Πάκης < χαϊδευτικό ονομάτων όπως Παναγιώτης, Προκόπης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Πάκης αρσενικό
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Πάκης < περικοπή του Πακ(ιστανός) + -ης (ενδεχομένως κατά την αγγλική Paki ή ως ελληνική απόδοσή της)(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Πάκης αρσενικό
- (εθνικό όνομα, αργκό, μειωτικό) ο Πακιστανός υποτιμητικά
- ※ Χτύπησαν Πάκη με μαχαίρι! “Παναγίτσες” οι Πάκηδες μπροστά στα “σκουπίδια του εγκλήματος” από Αλγερία – Μαρόκο (τίτλος αστυνομικού ρεπορτάζ στον ειδησεογραφικό ιστότοπο makeleio.gr (Οκτωβρίου 2019)· πρόσβαση: 2020-11-12}}
- ※ Kανονικά θα έπρεπε, ως αντίποινα για τη στάση του Πακιστάν, να κόβονται οι άδειες παραμονής ακόμα και για όσους Πάκηδες τις έχουν («Συλλήψεις παράνομων μεταναστών στον Έβρο», protothema.gr (3 Mαρτίου 2020), σχόλιο “Ελλάδα χωρίς Πακιστανούς, 03/03/2020, 12:37”· πρόσβαση: 2020-11-12)
Σημειώσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Βαμβακάρης' (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας επωνύμων (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Περικοπές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ης (νέα ελληνικά)
- Σελίδες για τεκμηρίωση
- Εθνικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αργκό (νέα ελληνικά)
- Μειωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)