Σερβοβόσνια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Σερβοβόσνια οι Σερβοβόσνιες
      γενική της Σερβοβόσνιας των Σερβοβόσνιων
    αιτιατική τη Σερβοβόσνια τις Σερβοβόσνιες
     κλητική Σερβοβόσνια Σερβοβόσνιες
Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σερβοβόσνια < Σερβοβόσνι(ος) +

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /seɾ.voˈvo.sni.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σερ‐βο‐βό‐σνι‐α

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σερβοβόσνια θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Σερβοβόσνιος