άνθρωπος των σπηλαίων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
άνθρωπος των σπηλαίων αρσενικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
άνθρωπος των σπηλαίων