έντοσις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- έντοσις < → λείπει η ετυμολογία
Επιφώνημα[επεξεργασία]
έντοσις (θηλυκό έντηνε)
- ιδιωματικό (κεφαλονίτικο ιδίωμα) νάτος! (Χρειάζεται έλεγχος, τεκμηρίωση, αν είναι ιδιωματικό και άλλων νησιών)