αιγο-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αιγο- < αρχαία ελληνική αιγο- < θέμα αιγ- του ουσιαστικού αἴξ -ο- ως α΄ συνθ.
Πρόθημα[επεξεργασία]
αιγο-
- το λόγιο ουσιαστικό αίγα ως α΄ συνθετικό σε σύνθετες λέξεις με αναφορά στην κατσίκα, τη γίδα
Σύνθετα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αιγο-
|