αλεπουδίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Χρειάζεται τεκμηρίωση με παραπομπή σε κείμενο, εγχειρίδιο ή λεξικό.


Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αλεπουδίζω < αλεπού, αλεπουδ- + -ίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

αλεπουδίζω

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]