αμπαλάζ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αμπαλάζ < απροσάρμοστο λόγιο δάνειο από τη γαλλική emballage [1][2]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /am.baˈlaz/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐μπα‐λάζ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αμπαλάζ ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]