αναδιαμελισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αναδιαμελισμός < ανα- + διαμελισμός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αναδιαμελισμός αρσενικό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αναδιαμελισμός
|