αναλογικότητα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αναλογικότητα < καθαρεύουσα ἀναλογικότης[1] ή γαλλική proportionnalité[2]. Μορφολογικά αναλύεται σε αναλογικ(ός) + -ότητα.
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.na.lo.ʝiˈko.ti.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐να‐λο‐γι‐κό‐τη‐τα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αναλογικότητα θηλυκό
- (πολιτική) η ιδιότητα του αναλογικού
- ※ Στην πραγματικότητα, ο νέος εκλογικός νόμος (N. 3232/2004) είναι αναλογικότερος του προηγουμένου, όμως η αναλογικότητά του δεν είναι σταθερή. Ο προηγούμενος είχε σταθερή αναλογικότητα 70%, ενώ η αναλογικότητα του σημερινού εξαρτάται από το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής. Ωστόσο, η μεγαλύτερη αναλογικότητα του νέου νόμου ωφελεί τα μικρότερα κόμματα σε βάρος των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, ιδίως, σε βάρος του 2ου κόμματος.
- Μαυρής, Γιάννης και Συμεωνίδης, Γιώργος, (27 Μαΐου 2007), Έξι απαντήσεις για τον νέο εκλογικό νόμο, Η Καθημερινή
- ※ Στην πραγματικότητα, ο νέος εκλογικός νόμος (N. 3232/2004) είναι αναλογικότερος του προηγουμένου, όμως η αναλογικότητά του δεν είναι σταθερή. Ο προηγούμενος είχε σταθερή αναλογικότητα 70%, ενώ η αναλογικότητα του σημερινού εξαρτάται από το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής. Ωστόσο, η μεγαλύτερη αναλογικότητα του νέου νόμου ωφελεί τα μικρότερα κόμματα σε βάρος των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, ιδίως, σε βάρος του 2ου κόμματος.
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη αναλογικός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αναλογικότητα
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ αναλογικότητα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ αναλογικότητα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Πηγές[επεξεργασία]
- αναλογικότητα - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σάλπιγγα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ότητα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Πολιτική (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)