ανεμομελωδός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
ανεμομελωδός < ανεμο- + μελωδός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ανεμομελωδός αρσενικό
- (μουσικό όργανο) διακοσμητικό εκκρεμές μεταλλόφωνο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ανεμομελωδός