ανεμοσυρμή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.ne.mo.siɾˈmi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐νε‐μο‐συρ‐μή
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ανεμοσυρμή θηλυκό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ανεμοσυρμή
|