αντιαλκοολικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντιαλκοολικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]αντιαλκοολικός
- που αποβλέπει στην καταπολέμηση του αλκοολισμού
- αντιαλκοολικός αγώνας
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αντιαλκοολικός αρσενικό
- που δρα δημόσια εναντίον του αλκοολισμού
- είναι φανατικός αντιαλκοολικός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αντιαλκοολικός