αντιπαραστατικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντιπαραστατικός < αντι- + παραστατικός
Επίθετο
[επεξεργασία]αντιπαραστατικός[1]
- (φιλοσοφία, τέχνη) που είναι αντίθετος στην παραστατικότητα ή στην πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη παραστατικός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αντιπαραστατικός
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ αντιπαραστατικός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας