απέχω παρασάγγας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- απέχω παρασάγγας < → δείτε τη λέξη απέχω & αρχαία ελληνική παρασάγγης στην αιτιατική
Έκφραση[επεξεργασία]
απέχω παρασάγγας
- απέχω πάρα πολύ, βρίσκομαι πολύ μακριά, διαφέρω εντελώς
- ↪ η σημερινή δήλωση του Πρωθυπουργού απέχει παρασάγγας απ' τις προεκλογικές εξαγγελίες.