αποκωδικοποιήσιμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αποκωδικοποιήσιμος < αποκωδικοποιώ + -ιμος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική decodable)
Επίθετο[επεξεργασία]
αποκωδικοποιήσιμος
- (πληροφορική) που είναι δυνατόν να αποκωδικοποιηθεί
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη αποκωδικοποιώ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ιμος (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Πληροφορική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)