αραβίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αραβίζω < μεσαιωνική ελληνική ἀραβίζω[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.ɾaˈvi.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ρα‐βί‐ζω

αραβίζω

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. αραβίζωΓεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας