αραμπατζής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αραμπατζής οι αραμπατζήδες
      γενική του αραμπατζή των αραμπατζήδων
    αιτιατική τον αραμπατζή τους αραμπατζήδες
     κλητική αραμπατζή αραμπατζήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αραμπατζής < (άμεσο δάνειο) τουρκική + [1] Μορφολογικά αναλύεται σε αραμπ(άς) + -τζής.

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.ɾa.baˈd͡zis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ρα‐μπα‐τζής

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αραμπατζής αρσενικό

  1. (επάγγελμα) αυτός που οδηγεί αραμπά
  2. (επάγγελμα) ο ιδιοκτήτης αραμπά

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη αμαξάς

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]