αστροφυσικοί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.stɾo.fi.siˈci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐στρο‐φυ‐σι‐κοί
- ομόηχο: αστροφυσική
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
αστροφυσικοί
- (αρσενικό) ονομαστική και κλητική πληθυντικού του αστροφυσικός
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
αστροφυσικοί αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του αστροφυσικός