αφήνω λάσκα τα λουριά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
αφήνω λάσκα τα λουριά
- αφήνω πολλά περιθώρια σε κάποιον, χωρίς πίεση, να κάνει ότι επιθυμεί
- ※ Εφαγαν το ξύλο της χρονιάς τους, ώσπου να καταφέρουν να τους «πείσουν» να φορέσουν εκείνα τα ρούχα. Ομως, το «στέμμα» στον μπερέ, κανένας δε δεχόταν να το φορέσει. Με κανέναν τρόπο. Το ξήλωσαν όλοι, και το πέταξαν. Ηταν κι αυτό μια νίκη. Οι βασανιστές υποχρεώθηκαν να κάνουν «τα στραβά μάτια». Προτίμησαν ν' ακολουθήσουν άλλη μέθοδο, πιο ελαστική. Να τους κερδίσουν με την «πειθώ». Με τη διαφώτιση... Ηταν Χριστούγεννα του 1949. «Άγιες μέρες»... Και τους άφησαν κι αυτούς λίγο λάσκα τα λουριά.
- Βασίλης Φυτσίλης, Διήγημα, Ριζοσπάστης, 2 Μαΐου 2004, σελ. 8
- ※ Εφαγαν το ξύλο της χρονιάς τους, ώσπου να καταφέρουν να τους «πείσουν» να φορέσουν εκείνα τα ρούχα. Ομως, το «στέμμα» στον μπερέ, κανένας δε δεχόταν να το φορέσει. Με κανέναν τρόπο. Το ξήλωσαν όλοι, και το πέταξαν. Ηταν κι αυτό μια νίκη. Οι βασανιστές υποχρεώθηκαν να κάνουν «τα στραβά μάτια». Προτίμησαν ν' ακολουθήσουν άλλη μέθοδο, πιο ελαστική. Να τους κερδίσουν με την «πειθώ». Με τη διαφώτιση... Ηταν Χριστούγεννα του 1949. «Άγιες μέρες»... Και τους άφησαν κι αυτούς λίγο λάσκα τα λουριά.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αφήνω λάσκα τα λουριά
|
Πηγές[επεξεργασία]
- αφήνω λάσκα τα λουριά - Ιδιωματικές εκφράσεις στο ΙΔΙΟΝ, Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου.