βγάζει από τη μύγα ξίγκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]βγάζει από τη μύγα ξίγκι
- βγάζει με το ζόρι κέρδος από ανεπικερδή δραστηριότητα
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βγάζει από τη μύγα ξίγκι
|