βεράτι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | βεράτι | τα | βεράτια |
γενική | του | βερατιού | των | βερατιών |
αιτιατική | το | βεράτι | τα | βεράτια |
κλητική | βεράτι | βεράτια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βεράτι ουδέτερο
- (παρωχημένο) (ιστορία) (Τουρκοκρατία) άλλη μορφή του μπεράτι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βεράτι
|