βερόνικα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]βερόνικα θηλυκό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βερόνικα
|
Δείτε επίσης : Βερόνικα |
βερόνικα θηλυκό
|