γιαταγάνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γιαταγάνα < γιαταγάνι + μεγεθυντικό επίθημα -α
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γιαταγάνα θηλυκό
- μεγεθυντικό του γιαταγάνι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γιαταγάνα
|