γκρελίνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γκρελίνη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γκρελίνη θηλυκό
- άλλη ονομασία της γρελίνης
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γκρελίνη
→ δείτε τη λέξη γρελίνη |