γραμμογράφημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γραμμογράφημα < γραμμογραφώ + -μα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɣɾa.moˈɣɾa.fi.ma/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γραμμογράφημα ουδέτερο
- το αποτέλεσμα του γραμμογραφώ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γραμμογράφημα
|