γωνιώδης αγκύλη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γωνιώδης αγκύλη < → δείτε τις λέξεις γωνιώδης και αγκύλη, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική angle bracket
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
γωνιώδης αγκύλη θηλυκό
- (τυπογραφία, μαθηματικά, πληροφορική) το σύμβολο
<
(αριστερή) ή και το>
(δεξιά)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γωνιώδης αγκύλη