δημιουργιστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δημιουργιστής < δημιουργία + -ιστής
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
δημιουργιστής αρσενικό
- το άτομο που ενστερνίζεται τη θρησκευτική πίστη πως το σύμπαν και η ζωή δημιουργήθηκε εκ του μηδενός από μια θεϊκή οντότητα, απορρίπτοντας κατά αυτό τον τρόπο τις γνωστές επιστημονικές εξηγήσεις σχετικά με τη δημουργία του κόσμου και ειδικότερα την εξελικτική βιολογία.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
δημιουργιστής