διπλοψηφίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
διπλοψηφίζω < διπλο- + ψηφίζω

διπλοψηφίζω

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]