διχοτομώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
διχοτομώ < λείπει η ετυμολογία

διχοτομώ

  • κόβω στα δύο ίσα μέρη

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]