δούρειος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δούρειος < αρχαία ελληνική δούρειος
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | δούρειος | η | δούρεια | το | δούρειο |
γενική | του | δούρειου | της | δούρειας | του | δούρειου |
αιτιατική | τον | δούρειο | τη | δούρεια | το | δούρειο |
κλητική | δούρειε | δούρεια | δούρειο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | δούρειοι | οι | δούρειες | τα | δούρεια |
γενική | των | δούρειων | των | δούρειων | των | δούρειων |
αιτιατική | τους | δούρειους | τις | δούρειες | τα | δούρεια |
κλητική | δούρειοι | δούρειες | δούρεια | |||
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
δούρειος, -εια, -ειο
- ξύλινος· η λέξη χρησιμοποιείται μόνο στην έκφραση "δούρειος ίππος"
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
δούρειος
→ δείτε τη λέξη δούρειος ίππος |
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα 'ωραίος' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'θαυμάσιος' (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επίθετα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αττική διάλεκτος
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)